Μαρίνα Καραγάτση ~ Το Ευχαριστημένο ή Οι δικοί μου άνθρωποι



ΜΙΑ ΑΝΟΙΞΙΑΤΙΚΗ ΜΕΡΑ ΤΟΥ 1950
Ο Καραγάτσης

Έργο της Νίκης Καραγάτση, Το φυλακισμένο πουλί
Όσο για τη θυγατέρα μου -και στο σημείο αυτό και ο Πολίτης όσες φορές έχουμε συζητήσει συμφωνεί- σκοπός μου είναι να πολεμήσω την παθητικότητά της, να κεντρίσω τα ενδιαφέροντά της, να σταματήσω αυτή τη ροπή της προς ρομαντικές ονειροπολήσεις, να τη στρέψω προς τη ζωή, να μάθει να αντλεί υλικό απ' την ίδια τη ζωή. Θέλω το παιδί μου να αγαπήσει τη ζωή. Απορώ σε ποιον έμοιασε αυτό το κορίτσι. Πάντως όχι σε εμάς τους Ροδόπουλους...
[...] Η Μαρίνα όμως δε νομίζω πως μοιάζει στη μητέρα της. Είναι σοβαρή, είναι του καθήκοντος, αλλά της λείπει ο ενθουσιασμός, της λείπει η φαντασία. Με άλλα λόγια, είναι ανιαρά ενάρετη...
[...] Με τα Δεκεμβριανά όμως ξέφυγα από το θέμα μου που είναι η πνευματική διαπαιδαγώγηση της κόρης μου. Από τη μια λοιπόν έχω να αντιπαλέψω με τους προοδευτισμούς του σχολείου και της Νίκης και από την άλλη με τον συντηρητισμό της γειτονιάς, Βουτσινάδες και κομπανία, που στέλνουν τα παιδιά τους στο Κατηχητικό. Εγώ φυσικά απαγόρευσα στη Μαρίνα να πηγαίνει σ' αυτούς τους ανεκδιήγητους...
[...] Εγώ μισώ τις στενοκεφαλιές απ' όπου κι αν προέρχονται. Δεξιά ή αριστερά. Γι' αυτό και δεν με καταλαβαίνει κανένας. Για να μην αποβλακωθεί λοιπόν τελείως η θυγατέρα μου με αυτές τις σαχλαμάρες που της διδάσκουν οι προοδευτικοί πάλι εντός εισαγωγικών δάσκαλοί της, έκανα κάποιες προσπάθειες μην τυχόν και καταφέρω και τη βγάλω από το λήθαργό της. Επιχείρησα να της διαβάσω Παλαμά: Τον "Σάτυρο ή το Γυμνό τραγούδι", ποίημα που λατρεύω. "Δεν τα καταλαβαίνω εγώ αυτά" μου είπε όταν τελείωσε. Άσε τον Μπωντλαίρ. Αναγκάστηκα να σταματήσω το ποίημα στη μέση. Πλήρης αδιαφορία. Τα ίδια και χειρότερα με τη μουσική.
[...] Και ενώ με τις δασκάλες του πιάνου και των γαλλικών έχουμε αυτές τις ιστορίες, με τις υπηρέτριες τα πάει μια χαρά. Με τη Λασκαρώ τάτσι μίτσι κότσι. Αλλά και με τις υπηρέτριες των Βουτσινάδων, τη Γέτα και τη Θεόπλαστη, και τις άλλες απέναντι της Ζαρόκωστα και της Μαυροκεφάλου, άριστες οι σχέσεις τους. Ξεκινούν λοιπόν τα απογεύματα, ένα τσούρμο υπηρέτριες με ένα τσούρμο παιδιά και πηγαίνουν βόλτες. Άλλοτε στους κήπους του Καλλιγά, άλλοτε πάνε στα Τουρκοβούνια και ανάβουν τα καντήλια στον Προφήτη Ηλία. Προχθές μάλιστα έφτασαν μέχρι τα μποστάνια της Κολοκυνθούς. Την άκουγα που τα διηγόταν μετά στη μάνα της. Που είδε κάτι αγελάδες με τα μοσχαράκια τους και δύο-τρία γαϊδουράκια που γύριζαν από την Αθήνα με τα καφάσια τους αδειανά και άλλα τέτοια. Αυτό όμως που την είχε συνεπάρει ήταν οι μυρωδιές. "Να δεις, μαμά", έλεγε ενθουσιασμένη, "την ώρα που φεύγαμε έπιασε βροχή και μύρισε φρεσκοβρεγμένο χώμα και κοπριά. Τρελάθηκα με αυτή τη μυρωδιά, μαμά μου". Ακούγοντας τα λόγια της, η καρδιά μου ξαφνικά χτύπησε άρρυθμα. Από την ψυχή μου αναδευόταν μια εικόνα μακρινή, για χρόνια λησμονημένη.


(Από το οπισθόφυλλο: Η Μαρίνα Καραγάτση δανείζεται τα λόγια προσφιλών προσώπων και τους ξαναδίνει φωνή... αναπλάθει βιώματα και ενδόμυχους συλλογισμούς του Καραγάτση, του αντιπροσωπευτικότερου ίσως συγγραφέα της γενιάς του...)

Η Μαρίνα Καραγάτση, κόρη του συγγραφέα Μ. Καραγάτση και της ζωγράφου Νίκης Καραγάτση, γεννήθηκε στην Αθήνα το 1936.
Σπούδασε Ιστορία και Αρχαιολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και ασχολήθηκε κυρίως με τη λαϊκή λιθογλυπτική της Άνδρου. Έχει έναν γιο, τον ηθοποιό Δημήτρη Τάρλοου.

Μαρίνα Καραγάτση, ΤΟ ΕΥΧΑΡΙΣΤΗΜΕΝΟ Ή ΟΙ ΔΙΚΟΙ ΜΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΙ, εκδ. ΑΓΡΑ, πρώτη έκδοση 2008

Σχόλια