Μ. Καραγάτσης ~ Ο μεγάλος ύπνος


Χορτασμένο, ξεδιψασμένο, το κοριτσάκι σηκώνεται όρθιο στα γόνατα του πατέρα του και κελαηδεί το δικό του τραγούδι. Αποκρίνεται στα σπουργίτια γιατί νιώθει τη γλώσσα τους. Ίσως και το τραγούδι της να είναι η μιλιά των χελιδονιών. Ίσως πάλι να μιλάει στον ήλιο, με το δικαίωμα που της δίνει η ομορφιά της η ηλιογέννητη. Και να, η πρώτη αχτίδα γλιστράει ανάμεσ' απ' τα φύλλα των δέντρων...
[...] Τα γητεμένα μάτια της Μανιώς ακολουθούν το φωτεινό παιχνίδι. Τι αξίζουν όλα τα παιγνίδια της - ο ζαφορένιος σκύλος, η μελωδική κουδουνίστρα, η χαλασμένη λάμπα του ραδιόφωνου, τα παρδαλά παπάκια, ο λαστιχένιος βάτραχος, το κόκκινο πακέτο απ' τα τσιγάρα - μπροστά σ' αυτό τ' όραμα, τον ανάερο χορό των λευκών ατόμων μέσα στο κοκκινόχρυσο ποτάμι του φωτός; Τα χείλη της ανοίγουν σε μαγεμένο χαμόγελο, τα μάτια της γυαλίζουν από επιθυμία. Και σηκώνει το χεράκι της να πιάσει την ηλιαχτίδα, την πρώτη ηλιαχτίδα της ημέρας.
Μα το φως δεν πιάνεται. Γλιστράει μόνο πάνω στο διάφανο πετσί των δαχτυλιών, δίνοντας μιαν αλλιώτικη ζωή στην άγουρη σάρκα. Ζωή λουλουδένια κ’ ηλιόχαρη. Η Μανιώ απομένει θαμπωμένη από το πρωτοείδωτο παιγνίδι. Κουνάει τα δαχτυλάκια της μέσα στο χορό των ατόμων, κλείνει την παλάμη της να τα πιάσει και την ανοίγει πάλι αδειανή…
[...] Και τότε ο Μιχάλης Ρούσης μίλησ’ έτσι στην θυγατέρα του.
- Μανιώ, θέλεις να πιάσεις τον ήλιο; Θέλεις να παίξεις με τις αχτίνες του πρωινού; Είσαι μικρή α
κόμα. Μικρή κι απονήρευτη. Ο ήλιος δεν πιάνεται. Οι αχτίδες του γλιστράν από τα δάχτυλα των μικρών κοριτσιών. Κυνηγάς μια χίμαιρα, Μανιώ, γυναικούλα, ανθρωπάκι… Κι όμως, όχι! Για τη χάρη σου τίποτε δεν είναι αδύνατο. Για σένα θα γίνει το μεγάλο θάμα. Αφού τον θέλεις, θα τον έχεις τον ήλιο. Θα στον δώσω εγώ, ο πατέρας σου…
Θα τον ξεριζώσω από την άχρηστη ζωή μου και θα τον αποθέσω στα γυμνά σου ποδαράκια. Να παίζεις μαζί του όσο είσαι μικρούλα. Κι όταν μεγαλώσεις να τον κρεμάσεις με χρυσό σειρήτι στον άσπρο σου λαιμό. Να φωτίζει με χαρά τις τρισμύριες μέρες της ζωής σου. Κ’ η αντιφεγγιά του να γεμίζει τις γεμάτες έρωτα νύχτες σου. Είναι ο μεγάλος ήλιος της ψυχής του πατέρα σου. Στον χαρίζω πριν βασιλέψει στις μαύρες αντάρες που έρχονται και με ζώνουν. Και γω, θα ζήσω σκοτεινός πλάι στο φως σου...



Μ. Καραγάτσης, Ο μεγάλος ύπνος, εκδ. Βιβλιοπωλείον της Εστίας, πρώτη έκδοση: 1946 (απ' τις εκδόσεις Ίκαρος)

Σχόλια