Σταύρος Κουγιουμτζής ~ Ανοιχτά παράθυρα με κλειστά παντζούρια


Το μεσημέρι καθίσαμε σ’ ένα ταβερνάκι που είχε κι ένα μεγάλο πλάτανο. Παραγγείλαμε χταποδάκι, γαύρο, μια μελιτζανοσαλάτα, μια χωριάτικη κι ένα πενηνταράκι τσίπουρο. Από ένα ραδιόφωνο ακουγόταν η φωνή της Τσαλιγοπούλου, που τραγουδούσε «Σ’ αγαπώ γιατί είσαι ωραία, σ’ αγαπώ γιατί είσ’ εσύ. Αγαπώ κι όλο τον κόσμο, γιατί ζεις κι εσύ μαζί».
Όπως ήμουν ζαλισμένος απ’ το τσίπουρο και μαγεμένος απ’ το τραγούδι, σαν να ’κουσα μέσα μου, μια φωνή να μου ψιθυρίζει: «Τι άλλο θα ’θελες να ’χεις αυτή την ώρα;»
Από κει που καθόμουν έβλεπα το λιμάνι και καμιά δεκαριά κότερα, με τα ψηλά τους τα κατάρτια, με τις ωραίες τους καμπίνες και κάνα δυο κοπέλες που κάναν ηλιοθεραπεία. Άρχισα να σκέφτομαι αυτούς που είχαν τα κότερα και να φαντάζομαι τις κρουαζιέρες τους. Τα πολυτελή τους βράδια με ουίσκι, σαμπάνια, απαλή μουσική κι ένα σωρό άλλα.
Καθώς τα σκεφτόμουν όλ’ αυτά, άκουσα πάλι την ίδια φωνή, να μου ψιθυρίζει τα ίδια λόγια, όπως και πριν: «Τι άλλο θα ’θελες να’ χεις αυτή την ώρα;»
Τότε πήρα το ποτήρι μου, κατέβασα το τσίπουρο και είπα από μέσα μου: Θα ’θελα να’ χα τους δυο αγαπημένους μου φίλους· που τους πήρες νωρίς, χωρίς να προλάβουν να νιώσουν λίγη χαρά, παρά μόνο πίκρες και στερήσεις. Τον Μάρκο το γύφτο και τον Βασίλη το μαραγκό. Να καθίσουν μαζί μας, εδώ στο τραπέζι κάτω από τον πλάτανο και ν’ απολαύσουν τ’ αγαθά Σου. Ύστερα, να χαρούν, στη βόλτα, στο σεργιάνι, όλη την ομορφιά αυτών των κοριτσιών, με τα γυμνά σχεδόν και καλλίγραμμα σώματα. Με τα όμορφά τους μάτια, τα ξανθιά, τα μαύρα και τα καστανά μαλλιά. Όλ’ αυτά που τα στερήθηκαν όσο ζούσαν.
Αυτό ήθελα, Πανάγαθε. Γιατί, όλα είναι φευγαλέα. Όλα είναι ψέματα. Αν όμως υπάρχει κάποια αλήθεια, ίσως να είναι τα όμορφα ψέματα.


Σταύρος Κουγιουμτζής, Ανοιχτά παράθυρα με κλειστά παντζούρια, εκδ. Κέδρος και εκδ. Εντευκτηρίου

Σχόλια

Δημοσίευση σχολίου