Η Ελλάδα μέσα απ' το φωτογραφικό φακό του Κώστα Μπαλάφα...
«Μα, δεν ξέρεις τον Κώστα Μπαλάφα;»
απόρησε. «Έχει φωτογραφίσει όλη την Ελλάδα. Ήπειρο, Γιάννενα, Μετέωρα,
αντάρτικο, νησιά. Πάρε ένα βιβλίο του και θα δεις τους Έλληνες όπως δεν τους
έχεις δει ποτέ σου».
Την ίδια μέρα πήγα και πήρα όλα τα βιβλία που
ανέφερε η Αναστασία και τα άπλωσα στο πάτωμα. Είχα δει φωτογραφίες του Μπαλάφα
και τις θαύμαζα, αλλά τώρα το πράμα άλλαζε.
Εδώ έβλεπα όλη την Ελλάδα μπροστά μου. Όχι πώς
είναι – πώς ήταν. Γυναίκες και άντρες, παιδιά μικρά και μεγάλα, εκκλησιές και
μοναστήρια, μοναχούς και παπάδες, σπαρτά, βουνά, ποτάμια, ζώα κάθε λογής, δάση,
σπηλιές, λίμνες και θάλασσες. Έλληνες όπως στην πραγματικότητα ήταν κι όχι όπως
θέλουν να τους κάνουν σήμερα κάποιοι, ούτε κι όπως θέλουν να φαίνονται οι ίδιοι.
Άνθρωποι αληθινοί, που δεν μπορούν να πουν ψέμα στο ζώο τους, ούτε στο δέντρο,
ούτε στη βροχή, ούτε στο χιόνι, ούτε ο ένας στον άλλον.
Εποχές που οι καλοί και ντόμπροι ήταν
περισσότεροι από τους κακούς, τους ψεύτες και τους άρπαγες. Άνθρωποι που
δουλεύουν, που βρέχονται, που κρυώνουν, που γελάνε, που κλαίνε, που γλεντάνε,
που παίζουν τα όργανα πάνω από φρέσκα μνήματα. Άντρες που χαμογελάνε στη γυναίκα
τους και μάνες στα παιδιά τους...
Όλες οι φωτογραφίες σε μαύρο - άσπρο, έτσι όπως
είμαστε οι άνθρωποι και με το βλέμμα, την έκφραση, την κίνηση όπως τό ’πιασε το
μάτι του Μπαλάφα...
(Αντώνης Σουρούνης, πηγή: Ελευθεροτυπία, Τρίτη 2/09/2008)
video:Gladiator33111
video:Gladiator33111
Ο Κώστας Μπαλάφας γεννήθηκε το 1920 στο ορεινό χωριό Κυψέλη της Άρτας από φτωχούς γονείς αγρότες, τον Γιώργο και την Αρχοντούλα. «Εκεί που», όπως λέει ο ίδιος, «οι άνθρωποι παιδεύονται να επιβιώσουν, οργώνοντας την άγονη γη, λες και στύβουν με τα χέρια τους γυμνά το ξερό χώμα και το ποτίζουν με ιδρώτα, ώσπου να δώσει καρπούς. Αναγκαία λύση για την επιβίωση ήταν ο δρόμος της ξενιτιάς, ένα όνειρο αρκετά απατηλό. Το μήνυμα που κυριαρχούσε ειδικά για τους νέους ήταν: "Φύγε να σωθείς". Πάρα πολλοί έφυγαν...»
Σε ηλικία μόλις έντεκα ετών βρέθηκε στην Αθήνα και ρίχτηκε στη βιοπάλη. Τα παιδικά του βιώματα είναι βαθιά χαραγμένα στη μνήμη του με την παραμικρή λεπτομέρεια:
Σε ηλικία μόλις έντεκα ετών βρέθηκε στην Αθήνα και ρίχτηκε στη βιοπάλη. Τα παιδικά του βιώματα είναι βαθιά χαραγμένα στη μνήμη του με την παραμικρή λεπτομέρεια:
«Απ' το χωριό μου κατέβηκα πρώτα στην Άρτα. Εκεί ο πατέρας μου, για να μη με στείλει μόνο στην Αθήνα, με παρέδωσε σ' ένα γνωστό μας δάσκαλο να με συνοδεύσει. Παράκληση του πατέρα μου ήταν να με βοηθήσει ώσπου να βρω στην πλατεία Κουμουνδούρου την ταβέρνα ενός συγχωριανού μας, που ήταν θαυμάσιος άνθρωπος και καλός πατριώτης. Σ' αυτόν έβρισκαν απάγκιο πολλά χωριατόπαιδα απ' την Ήπειρο, που δεν είχαν στον ήλιο μοίρα. Εκτός από ένα πιάτο φαγητό που τους έδινε, φρόντιζε να τους βρίσκει και δουλειά.
«Αυτό έγινε και μ' εμένα, καταλήγοντας να πιάσω δουλειά σε ένα ονομαστό τότε γαλακτοπωλείο-ζαχαροπλαστείο της οδού Πατησίων κοντά στον Άγιο Λουκά, με την επωνυμία "Δελφοί". Την ημέρα δουλειά, το βράδυ νυχτερινό σχολείο. Μέχρι το 1936 οπότε πήγα για σπουδές κοντά στην πατρίδα μου, στη Γαλακτοκομική Σχολή Ιωαννίνων.
«Μετά την ευδόκιμη αποφοίτηση -η φοίτηση ήταν διετής- συνέχισα για ένα χρόνο σπουδές γαλακτολογίας στην Ιταλία, όπου και έμαθα τα ιταλικά. Το 1939 επέστρεψα στα Ιωάννινα και διορίστηκα έκτακτος υπάλληλος στη Γαλακτοκομική Σχολή. Εκεί εργαζόμενο με βρήκε ο πόλεμος και η Κατοχή».
Η πρώτη επαφή του με τη φωτογραφία και τη φωτογραφική μηχανή, όπως διηγείται ο ίδιος πάντα, ήταν στα δεκατρία του χρόνια. Είχαν έρθει κάτι συγγενείς του αφεντικού απ' την Αμερική και αυτός, για να τους ευχαριστήσει, θέλησε να τους δείξει τα αξιοθέατα της Αττικής και τους πήγε κάποια μέρα στην Πάρνηθα. Μαζί τους οι ξένοι είχαν μια μικρή φωτογραφική μηχανή Μπράουν της Κόντακ, απλή και εύκολη στο χειρισμό, για να φωτογραφηθούν. Κάποιος έπρεπε να κρατάει τη μηχανή για να τραβήξει τις οικογενειακές τους φωτογραφίες κι αναγκάστηκε ο μαγαζάτορας να πάρει και τον νεαρό υπάλληλο του μαζί γι' αυτή τη δουλειά.
«Όταν κατάλαβα ότι αυτό το μηχάνημα που κρατούσα στα χέρια μου μπορεί να αποτυπώσει σε εικόνα πάνω σε χαρτί ό,τι έχω ζωντανό μπροστά μου, μαγεύτηκα...».
Η πρωτόγνωρη εμπειρία εκείνης της ημέρας τον σημάδεψε: η απόκτηση μιας δικής του φωτογραφικής μηχανής έγινε, για τον έφηβο Κώστα Μπαλάφα, όνειρο μιας ολόκληρης ζωής...
«Αυτό έγινε και μ' εμένα, καταλήγοντας να πιάσω δουλειά σε ένα ονομαστό τότε γαλακτοπωλείο-ζαχαροπλαστείο της οδού Πατησίων κοντά στον Άγιο Λουκά, με την επωνυμία "Δελφοί". Την ημέρα δουλειά, το βράδυ νυχτερινό σχολείο. Μέχρι το 1936 οπότε πήγα για σπουδές κοντά στην πατρίδα μου, στη Γαλακτοκομική Σχολή Ιωαννίνων.
«Μετά την ευδόκιμη αποφοίτηση -η φοίτηση ήταν διετής- συνέχισα για ένα χρόνο σπουδές γαλακτολογίας στην Ιταλία, όπου και έμαθα τα ιταλικά. Το 1939 επέστρεψα στα Ιωάννινα και διορίστηκα έκτακτος υπάλληλος στη Γαλακτοκομική Σχολή. Εκεί εργαζόμενο με βρήκε ο πόλεμος και η Κατοχή».
Η πρώτη επαφή του με τη φωτογραφία και τη φωτογραφική μηχανή, όπως διηγείται ο ίδιος πάντα, ήταν στα δεκατρία του χρόνια. Είχαν έρθει κάτι συγγενείς του αφεντικού απ' την Αμερική και αυτός, για να τους ευχαριστήσει, θέλησε να τους δείξει τα αξιοθέατα της Αττικής και τους πήγε κάποια μέρα στην Πάρνηθα. Μαζί τους οι ξένοι είχαν μια μικρή φωτογραφική μηχανή Μπράουν της Κόντακ, απλή και εύκολη στο χειρισμό, για να φωτογραφηθούν. Κάποιος έπρεπε να κρατάει τη μηχανή για να τραβήξει τις οικογενειακές τους φωτογραφίες κι αναγκάστηκε ο μαγαζάτορας να πάρει και τον νεαρό υπάλληλο του μαζί γι' αυτή τη δουλειά.
«Όταν κατάλαβα ότι αυτό το μηχάνημα που κρατούσα στα χέρια μου μπορεί να αποτυπώσει σε εικόνα πάνω σε χαρτί ό,τι έχω ζωντανό μπροστά μου, μαγεύτηκα...».
Η πρωτόγνωρη εμπειρία εκείνης της ημέρας τον σημάδεψε: η απόκτηση μιας δικής του φωτογραφικής μηχανής έγινε, για τον έφηβο Κώστα Μπαλάφα, όνειρο μιας ολόκληρης ζωής...
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου