Italo Calvino ~ Οι Αόρατες Πόλεις


Οι πόλεις και οι ανταλλαγές. 2.

   Στη Χλόη, μεγάλη πόλη, οι άνθρωποι που περνούν στους δρόμους δε γνωρίζονται. Καθώς κοιτάζονται φαντάζονται χίλια πράγματα ο ένας για τον άλλον, τις συναντήσεις που θα μπορούσαν να έχουν γίνει μεταξύ τους, τις συζητήσεις, τις εκπλήξεις, τα χάδια, τις δαγκωματιές. Όμως κανένας δε χαιρετάει κανένα, τα βλέμματα διασταυρώνονται για μια στιγμή και μετά ξεφεύγουν, ψάχνουν άλλα βλέμματα, δε σταματούν.
   Περνάει ένα κορίτσι παίζοντας την ομπρέλα που ακουμπάει στον ώμο της και ακόμα λίγο την καμπύλη των γοφών. Περνάει μια μαυροντυμένη γυναίκα δείχνοντας όλα της τα χρόνια, με τα μάτια ανήσυχα κάτω από το πέπλο, με τρεμάμενα χείλη. Περνάει ένας γίγαντας με τατουάζ· ένας νεαρός με άσπρα μαλλιά· μια γυναίκα νάνος· δυο δίδυμες ντυμένες με χρώμα κοραλί. Κάτι τρέχει ανάμεσά τους, μια ανταλλαγή βλεμμάτων, γραμμές που ενώνουν τη μια φιγούρα με την άλλη και σχεδιάζουν βέλη, αστέρια, τρίγωνα, ώσπου σε μια στιγμή να εξαντληθούν όλοι οι συνδυασμοί και να παρουσιαστούν άλλα πρόσωπα στη σκηνή: ένας τυφλός μ' ένα γατόπαρδο στην αλυσίδα, μία εταίρα με βεντάλια από φτερά στρουθοκαμήλου, ένας έφηβος, μια γυναίκα παχύσαρκη. Έτσι ανάμεσα σε εκείνους που τυχαία βρίσκονται μαζί κάτω απ' τις καμάρες για να προστατευτούν απ' τη βροχή ή στριμώχνονται κάτω από μια τέντα της αγοράς, ή σταματούν στην πλατεία για ν' ακούσουν την ορχήστρα, γίνονται συναντήσεις, αποπλανήσεις, συνουσίες, όργια, χωρίς ν' ανταλλάξουν μια λέξη, χωρίς να αγγίξουν ο ένας τον άλλον, σχεδόν χωρίς να σηκώσουν τα μάτια.
   Ένας ηδονικός κραδασμός διατρέχει συνεχώς τη Χλόη, την πιο σεμνή από τις πόλεις. Αν άντρες και γυναίκες άρχιζαν να ζουν τα εφήμερα όνειρά τους, κάθε πλάσμα της φαντασίας θα γινόταν πρόσωπο και μ' αυτό θ' άρχιζε μια ιστορία καταδιώξεων, προσποιήσεων, παρεξηγήσεων, συγκρούσεων, καταπιέσεων, και το στριφογύρισμα των φαντασιώσεων θα σταματούσε.


Ίταλο Καλβίνο / Italo Calvino, Οι αόρατες πόλεις, εκδ. Οδυσσέας, μτφρ. Ε.Γ. Ασλανίδης, Σ. Καπογιαννοπούλου

Σχόλια