Jerome K. Jerome ~ Τρεις σε μια Βάρκα



Three Men in a Boat, 1889
Ήταν μια νύχτα υπέροχη. Το φεγγάρι είχε χαθεί στον ορίζοντα κι η γη έμενε μόνη με τ’ αστέρια.
Η σιωπή κι η απέραντη γαλήνη έδιναν την ψευδαίσθηση πως, όσο κοιμούνταν τα παιδιά της, τ’ άστρα κουβέντιαζαν μαζί — με την πλανητική αδελφή τους — συζητώντας για μεγαλειώδη μυστήρια με φωνές πολύ σοβαρές και βαθιές για να γίνονται αντιληπτές απ' τις στοιχειώδεις αισθήσεις των ανθρώπων.
Μας εμπνέουν έναν αξιοσέβαστο τρόμο, αυτά τα μακρινά άστρα με το αγνό και ψυχρό τους φως. Μοιάζουμε με παιδιά που τα μικρά τους πόδια έχουν χωθεί στο δείλι ενός ναού της θεότητας που έχουν μάθει να λατρεύουν, μα που δεν γνωρίζουν. Σαν αυτά, κάτω απ’ το σκοτεινό θόλο, υψώνουμε τα μάτια, με ελπίδα αλλά και με φόβο για το αντίκρισμα του απαγορευμένου θεάματος που κρύβεται στα βάθη του.
Ωστόσο, μας δίνει τόσες παρηγοριές και τόση δύναμη, αυτή η υπέροχη νύχτα! Μπροστά της, οι μικρές μας λύπες, καταντροπιασμένες, εξαφανίζονται.
Η μέρα ήταν τόσο γεμάτη από βιασύνη και έγνοια, οι καρδιές μας τόσο βαρειές από άσχημες σκέψεις και πίκρα, ο κόσμος μας φάνηκε τόσο σκληρός και τόσο άδικος! Όμως η μεγάλη νύχτα, όμοια με μάνα γεμάτη αγάπη, ακουμπάει το δροσερό της χέρι στην καυτή μας καρδιά και στρέφει το πρόσωπό της στα δακρυσμένα μας μάτια· χαμογελάει, και παρόλο που δεν μιλάει, καταλαβαίνουμε τις λέξεις της· σφίγγει στον κόρφο της το λογισμένο μας μάγουλο κι η θλίψη μας φεύγει.

Πολλές φορές, όταν ο πόνος μας είναι πολύ βαθύς και πολύ πραγματικός, σωπαίνουμε μπροστά της, γιατί η μόνη γλώσσα που θα ταίριαζε στη λύπη μας, θα ’ταν το βογγητό. Η νύχτα νιώθει την καρδιά της γεμάτη οίκτο για μας: ανήμπορη ν' ανακουφίσει το κακό μας, παίρνει τα χέρια μας στα δικά της κι αυτός ο μικρός κόσμος γίνεται ακόμη μικρότερος κι απόμακρος. Παρασυρμένοι πάνω στα σκοτεινά φτερά της νύχτας, φτάνουμε μπροστά σε μια παρουσία πιο μεγαλειώδη απ' τη δική της, και μέσα στο υπέροχο φως αυτής της υπέρτατης παρουσίας, όλη η ανθρώπινη ζωή ανοίγεται στα μάτια μας σα βιβλίο, και καταλαβαίνουμε πως η θλίψη και ο πόνος δεν είναι παρά οι απεσταλμένοι του θεού.
Μόνο όσοι φόρεσαν το στεφάνι του πόνου, μόνον εκείνοι μπορούν να θαυμάσουν αυτό το υπέροχο φως· όμως όταν ξανακατεβαίνουν εδώ κάτω, δεν τους επιτρέπεται να το περιγράψουν, ούτε να αποκαλύψουν το μυστήριο που τους παρουσιάστηκε.


Jerome K. Jerome
Τρεις σε μια βάρκα (Χωρίς να πούμε και για το σκύλο), μτφρ. Αλίκη Βρανά, εκδ. Λυχνάρι, 1991

Βλέπε κι εδώ.

Σχόλια